Η οικογένεια Κασιμάτης-Γρηγόριος Γεωργίου Κασιμάτης 1890-1972
Ιδιοκτήτης καφενείου, έμπορος ψαριών, ιδιοκτήτης γης και γεωκτησίας, γεννημένος 6 Ιανουαρίου1890 στα Κύθηρα, μεγαλύτερος γιος του Γεωργίου Γρηγορίου Κασιμάτη. Ο Γρηγόριος έβγαλε μονάχα το δημοτικό. Σε ηλικία 14 ½ στάλθηκε στην Αυστραλία από τον πατέρα του ο οποίος είχε δουλέψει εκεί τις χρονιές 1891-96. Η πρώτη δουλειά του Γρηγορίου ήταν στο καφέ Acropolis στο Σίντνεϊ για 5/- την εβδομάδα. Πέντε μήνες αργότερα μετακόμησε στο Queensland και επέστρεψε στο Σιντνεϊ το 1911 όπου βρήκε δουλειά για 2 λίρες την εβδομάδα.
Το Σεπτέμβρη του 1914 ο Γρηγόριος ταξίδεψε στο Hobart, επιβάτης στο σκάφος “Paloona”, του φάνηκε όμως πολύ ήσυχο το μέρος και αποφάσησε να φύγει, όμως η ταξιδιωτική εταιρία είχε κλείσει για το Σαββατοκύριακο. Τελικά παρέμεινε εκεί για την υπόλοιπη ζωή του.
Μαζί με τον Πέτρο Γαλάνη αγόρασε ένα φρουτοπωλείο στην 35 Elizabeth Street για 100 λίρες και άνοιξε επείσης ένα ψαροπωλείο και ταβέρνα το οποίο τελικά πήρε το όνομα Britannia Café. Ύστερα από δεκαπέντε μήνες ο Γαλάνης ξεπούλησε το δικό του μερίδιο και ο Γρηγόριος κάλεσε τον αδερφό του Αντόνη ο οποίος βρισκόταν στην Αυστραλία από 1911 να έρθει να δουλέψει μαζί του. Το 1922 ο τρίτος αδερφός Βασίλης ήρθε επείσης στην Αυστραλία και εργάστηκε μαζί με τ’αδέρφια του ως το 1940.
Ο Γρηγόριος και ο Αντόνιος, με την εταιρία τους Casimaty Bros. άρχισαν να εμπορεύονται καραβίδα πριν το 1918, άνοιξαν τους εμπορικούς δρόμους για το συγκεκριμένο ψάρι από την Τασμανία στο Σίντνεϊ. Επείσης πρωτοπόρησαν στο εμπόριο του κοχυλιού στην Τασμανία.
Κατά την προεδρία του Sir James O’Grady’s (1924-1930) οι Casimaty Bros. είχαν την εύνοια των ανώτερων δυνάμεων, πράγμα που απ’ότι φαίνεται συνεχίστηκε αργότερα και με άλλους κυβερνήτες.
Κατά την δεκαετία του 1920 ο Γρηγόριος αγόρασε ένα ορυκτό, το λεγόμενο osmiridium, το οποίο έβγαινε από ορυχεία στην Τασμανία και το οποίο εκείνη την εποχή πουλιόταν σε τιμή σχεδόν ίση με του χρυσού. Εμπορεύτηκε το υλικό στο Λονδίνο και ύστερα στην Ελλάδα. Εκείνη την εποχή παντρεύτηκε και μια κοπέλα από τα Κύθηρα, την Κατίνα Χάρου και μαζί της γύρισε στην Τασμανία.
Το 1935 ο Γρηγόριος επισκεύτηκε την Νέα Ζηλανδία για να ανοίξει τις αγορές για την καραβίδα και επείσης να πληροφορηθεί για το ψαροεμπόριο στην Δανία. Όταν γύρισε παράγγειλε την κατασκευή του σκάφους “The Nelson” και έφερε την δανική ψαροαγορά στην Αυστραλία. Του πήρε χρόνια να βρει τον κατάλληλο καπετάνιο ώσπου ο Βίκτορας Βάνγες πήρε την δουλειά και ξεκίνησε τον εμπόριο από το Cape Eddiston ως το Strahan. Οι Κασιμάτηδες, αν κ κατέβαλαν μεγάλη προσπάθεια και έφεραν στο Σίντνεϊ 10000 ουτιά ψαριού, δεν φάνηκε να βγάζουν το αναμενόμενο κέρδος, καθώς η αγορά ήταν μικρή, όπως και οι τιμές χαμηλές. Συνέχισαν όμως με υπομονή και αγόρασαν το σκάφος “Margaret Twaits” το 1941 και το επισκεύασαν για ψάρεμα. Αυτή την εποχή οι υπεύθυνοι για το ψαροεμπόριο στην Αυστραλία άρχισαν τις ανακρίσεις προς την εταιρία των Κασιμάτιδων όμως δεν μπόρεσαν κατηγορήσουν για τίποτα το αρκετά σοβαρό την εταιρία.
Ο Γρηγόριος και ο Αντόνιος έστειλαν τα πλοία σε καλύτερες αγορές στο Σίντνεϊ αλλά αναγκάστηκαν να τα δώσουν για πολεμική εξυπηρέτηση στην Νέα Γουινέα. Το μοναδικό καράβι που γύρισε από την εκστρατία ήταν το “Margaret Twaits”, ενώ ο καπετάν Βάνγες είχε πεθάνει στην ναυμαχία. Τα αδέρφια αποφάσισαν έτσι να αφήσουν το ψάρεμα.
Κατά την οικονομική κάθοδο που μαστίγωσε την Αυστραλία ο Γρηγόριος και ο Αντόνιος έδωσαν πολλά παραδοσιακά χριστουγεννιάτικα δείπνα σ’αυτούς που είχαν ανάγκη. Υποστήριξαν επείσης το σχέδιο για την παράδοση γάλακτος στα παιδιά στα σχολεία. Στον Ερυθρό Σταυρό της Τασμανίας κάθε μήνα έδιναν από 25 λίρες, υποστιρίζοντας και αυτόν και τον παγκόσμιο Ερυθρό Σταυρό καθ’όλη τη διάρκεια του πολέμου. Ο Βασιλιάς Παύλος της Ελλάδας παρέδωσε στον Γρηγόριο τιμές και σταυρούς για την προσφορά του στην κοινωνία.
Η οικογένεια του Γεωργίου επείσης δώρισαν γη στα Κύθηρα για την ίδρυση του γεροκομείου καθώς και ένα σπίτι στην Αθήνα. Κατά επίπτωση πολλοί Τσιριγώτες απ’όλο τον κόσμο δωροδότησαν χρήματα ώστε να γίνει πραγματικότητα το γεροκομείο, το οποίο ονομάστηκε Κασιμάτειον προς τιμή της οικογένειας αυτής.
Ο Γρηγόριος υποστίριζε πολλά φιλανθρωπικά σωματεία. Ίδη ο αναγνωρισμένος αρχηγός της Ελληνικής κοινωνίας το 1953 ψηφίστηκε πρόεδρος της Ελληνιστικής κοινωνίας στην Τασμανία.
Ο Γρηγόριος και η γεμάτη ενέργεια γυναίκα του Κατίνα, η οποία μάλιστα έφερε στην Τασμανία την ελληνική κουζίνα, ήταν πασίγνωστοι για την καλοσύνη τους. Η Κατίνα και η αδερφή της Αδαμαντίς, η γυναίκα του Αντονίου, έφτιαχναν και πουλούσαν παραδοσιακά ελληνικά γλυκά καθ’όλη τη διάρκεια του πολέμου για την υποστίριξη των στρατιωτών.
Η Κατίνα επέισης όπως και ο άντρας της υποστίριζε πάρα πολλά φιλανθρωπικά ιδρύματα και υπήρξε μέλος πολλών απ’αυτών, ήταν επείσης εθελόντρια μεταφράστης για πολλά χρόνια.
Ο Γρηγόριος ήταν επείσης γνωστός για το χιούμορ του, και συνεχώς έκανε πλάκες σε φίλους και συγγενείς. Πήρε σύνταξη το 1965. Άνηκε θρησκευτικά στην Ελληνική Ορθόδοξη θρησκεία.
Είχε φτάσει στην Αυστραλία φορώντας τα πρώτα του παπούτσια με ένα τάληρο στην τσέπη. Συχνά έλεγε: Εαν τα χάσω όλα, θα έχω χάσει στην ουσία μονάχα ένα τάληρο... Μπορώ να ξαναρχίσω από την αρχή.
Αφήνοντας πίσω την γυναίκα του, έξι παιδιά και οχτώ εγγόνια πέθανε σε ηλικία 83 χρονών και είναι θαμένος στο Cornelian bay cemetery. Η Κατίνα πέθανε το 1979 και είναι θαμένη δίπλα στον άντρα της.